Εὐβοικῆς

Εὐβοικῆς
Εὐβοϊκῆς , Εὐβοικός
as
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αίκλος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας των Ιώνων. Μαζί με τον Κόθο, αφαίρεσε την Εύβοια από τους Αιολείς και εγκατέστησε εκεί τους Ίωνες. Ένας χρησμός έλεγε πως οι Ίωνες θα κατακτούσαν την Εύβοια αν κατόρθωναν να αγοράσουν ένα τμήμα της ευβοϊκής γης. Ο Α. και …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”